Φωτογραφία με το κινητό χαράματα Σαββατόβραδου |
Θυμάμαι κάποτε,μια τέτοια μέρα του Νοέμβρη που δεν θύμιζε χειμώνα, είχα δεν είχα πατήσει τα 15, σκάλιζα διάφορα συρτάρια στην αποθήκη. Η γιαγιά μου είχε ένα σκρίνο, ένα σκρίνο που έχει ταξιδέψει από γενιά σε γενιά και κουβαλούσε πάνω του δεκάδες ιστορίες. Άρχισα να ανοίγω τα συρτάρια του, να σκαλίζω και να ψαχουλεύω. Βιβλία, φωτογραφίες, σημειώσεις του παππού, η μυρωδιά της ανάμνησης σε όλα. Χωρίς κάποιον προφανή λόγο άρχισα να δακρίζω, μάλλον από ζήλεια για μια εποχή που ήταν πιο αγνή. Φωτογραφίες από αυτές που δεν μπορείς να πεις πως ο φωτογράφος ζούμαρε, αλλά πως ρούφηξε την ουσία της εποχής και την αποτύπωσε σε ένα χαρτί, βάζοντας μέσα όσο συναίσθημα, όσο ρομαντισμό, όσο από την εποχή μπορούσε.
Κάποια πράγματα ζούνε μέσα μου, επιβιώνουν δυστυχώς ή ευτυχώς, και με καίνε. Σαν το τελευταίο σφηνάκι ενός Σάββατοβραδου, σαν την τελευταία ανάμνηση ενός έρωτα, σαν το τελευταίο αντίο σε κάποιο αγαπημένο πρόσωπο, σαν την τελευταία χαμένη ελπίδα... αλλά οφείλουμε να είμαστε εδώ και να προσπαθούμε, να ψάχνουμε για τα όμορφα που θα γίνουν πυροσβέστης σε όσα μας έκαψαν ή εξακολουθούν να μας καίνε.
Η ικανοποιήση του μέτρου δεν αποτέλεσε ποτέ κριτήριο για μια σίγουρη επιτυχία, περισσότερο σαν άλλωθι για μια νωχελική πορεία χωρίς ρίσκα μου φαίνεται. Είπα να αφήσω το μέτρο, να ξεφύγω και να προσπαθήσω για πράγματα όχι μεγαλειώδη μα διαφορετικά. Πρωτίστος να ξεπεράσω κάποιους ενδόμυχους φραγμούς και να ξεκινήσω μια νέα σταδιοδρομεία στην ζωή με μόνη πυξίδα το ένστικτο... Άλλωστε για σκέψου το, στην ιστορία έμειναν περισσότερο άνθρωποι που έκαναν εξώφθαλμες αποτυχίες παρά όσοι τήρισαν το μέτρο στοχεύοντας στην μετριοπαθή σιγουριά τους...
Συνεχίζω την κατήχηση σε παράξενα μονοπάτια, παράξενα για όσους δεν μπόρεσαν να κάνουν ούτε το πρώτο βήμα. Θαρρώ πως δεν είχα άλλωστε και την επιλογή να είμαι κάτι άλλο μα μόνο την απαίτηση από τον ευατό μου να διαφεύγω από την κραταιούσα άποψη της μάζας ή να ξαπλώνω σε μια σεζ λονγκ αδιαφορώντας για όσα θαρείς εσύ σπουδαία...